/    

 

POETRY
Papaflessas

BY IN Poems On 03-02-2014

Παπαφλέσσας (Papaflessas)

Ο μπουρλοτιέρης των ψυχών
της λευτεριάς βλαστάρι,
εξύπνησε τους προεστούς
απ’ το βαθύ σκοτάδι.

Ήταν η δάδα, η φωτιά
της παλιγγενεσίας
που σήκωσε τα άρματα
κατα της τυραννίας.

Στην Πολιανή γεννήθηκε
αντίκρι στο Γαρδίκι
και στο Μανιάκι ροβολά
θέλει να φέρει νίκη.

Ο πόθος για την λευτεριά
το πάθος της θυσίας
ξεσήκωσε όλο τον Μοριά
ενάντια της Τουρκίας.

Οι Τούρκοι μόνοι δεν μπορούν
να πνίξουν τον αγώνα
βοήθεια εζητήσανε
απ’ άλλον ηγεμόνα.

Και της Αιγύπτου ο Αλής
στέλνει τον Ιμπραΐμη
να φέρει την καταστροφή
τον πόνο την οδύνη.

“Μαύρε αλήτη κερατά
πουτάνας γιος καμάρι
ήλθες σ’ αυτήν εδώ την γη
σαν άγριο λεοντάρι.”

Άγκυρες μαύρες έριξε
στης Πύλου το λιμάνι
στο Ναυαρίνο άραξε
και φέρνει το φιρμάνι.

Στα κοντοβούνια έρχεται
στο έρημο Μανιάκι
να κόψει ελαιόδεντρα
να σπείρει το φαρμάκι.

Έχει μαζί πολύ στρατό
άσπρους και Μαμελούκους
προδότες του Αλή Πασά
αράπηδες και Τούρκους.

Δεν πάν’ σε γάμο σε χαρές
δεν πάν’ σε πανηγύρια,
πάνε να βεβηλώσουνε
Ναούς και Μοναστήρια.

Ο Παπαφλέσσας έκανε
ταμπούρια προμαχώνες
και του Κεφάλα μίλησε
για ιερούς αγώνες.

Καθήστε δώ αδέλφια μου
φυλάτε καραούλια
να μη περάσει ο εχθρός
κρατήστε τα ταμπούρια.

Γιατί Μανιάτες έρχονται
με τον Κολοκοτρώνη
να διώξουμε τους Άραβες
από Πύλο και Κορώνη

Και αν τυχόν πεθάνουμε
για την γλυκιά Πατρίδα
θα’ ναι γλυκός ο θάνατος
θα γίνουμε ελπίδα.

Ήταν Μαΐου δεκαεννιά
παραμονή της μάχης
που ήρθε ο Αμερικανός
στου Μανιακιού τη ράχη,

Ο Howe εστοχάστηκε
του Παπαφλέσσα λέει
“σήκω και πάρε τ’ άρματα
και στην Αγιά ανέβα.”

Κι ο Παπαφλέσσας απαντά
στον νέο Ιπποκράτη :
“Εδώ θα πολεμήσουμε
τον άγριο στρατηλάτη.”

“Να μη περάσει ο εχθρός
το χώμα μη μολύνει
να μη σκλαβώσει τα χωριά
τα σπίτια μας μη κλείσει”

Και σαν η μάχη άρχισε
βοήθεια δεν τους ήρθε
ο Παπαφλέσσας άρχισε
πρώτος στη μάχη μπήκε.

Τα βόλια ετελείωσαν
και η μπαρούτη εσώθη
του Παπαφλέσσα το σπαθί
στα δύο του εκόπη.

Και τελευταίος έπεσε
κρατώντας το σπαθί του
απ’ την πληγή που έλαβε
στην πλάτη, στην ψυχή του.

Πολέμησε σαν ήρωας
σαν άλλος Λεωνίδας
και όλοι έπεσαν εκεί
για χάρη της Πατρίδας.

Ο Ιμπραΐμης έρχεται
από του Παιδεμένου
καλπάζει μαύρο άλογο
άτι του πεθαμένου.

Ψάχνει να βρει τον ήρωα
που κείτεται στο χώμα
βρίσκει ακέφαλο κορμί
κεφάλι δίχως σώμα.

Διατάζει τους σπαχίδες του
τον ήρωα να βρούνε
να πλύνουν να χτενίσουνε
τη λεβεντιά να δούνε,

και να τον στήσουνε ορθό
στης αχλαδιάς τη ρίζα
και θεωρεί σαν στρατηγός
μπροστά στα μετερίζια.

Ο Ιμπραΐμης προχωρά
με δέος τον κοιτάζει
με θαυμασμό τον θεωρεί
σκύβει και τον ασπάζει.

Η αχλαδιά εκράτησε
τα άνθη του Γενάρη
για να τα κάνει στέφανο
στου Φλέσσα το κεφάλι.

Το αεράκι φύσηξε
χάϊδεψε τα μαλλιά του
την αχλαδιά εκούνησε
τ’ άρηξε στην ποδιά του.

Χιλιάδες άσπρα λούλουδα
στη λάσπη πεταμένα
έγιναν κατακόκκινα
με αίμα ποτισμένα.

Άσπλαχνε Ήλιε του Μαγιού
του κόσμου φωτοδότης
φωτίζοντας τους Άραβες
έγινες ο προδότης,

πως άντεξε να θεωρείς
και να κρατάς φανάρι
σ’ Αγαρινούς και Άραβες
να σφάζουν το καμάρι;

Ο Ήλιος εκουράστηκε
βλέποντας τον αγώνα
να σφάζονται οι Έλληνες
μπροστά στον προμαχώνα,

και ελυπήθηκε πολύ
για το χαμό που είδε
και δάκρυσαν τα μάτια του
άπειρα δάκρυα χύνει

Στου Παπαφλέσσα το σπαθί
το αίμα να ξεπλύνει
αίμα των Μωαμεθανών
το χώμα μη μολύνει.

Και έτσι εσφραγίστηκε
με ηρωϊκή θυσία
του άνδρα του πολύτροπου
μνήμη, αθανασία.

Μας άφησε παράδειγμα
“κουράγιο και ελπίδα”,
να πολεμάς για λευτεριά
για έθνος, για Πατρίδα.

Κυριάκος Ηλία Ανδρινόπουλος Μάϊος 2011 Peabody, MA


SHARE THIS ON:

10 years ago / Comments Off

3

FEB

No

Comments

Kyriakos